Εικόνες Μαγνητικής Τομογραφίας από το ανθρώπινο στομάχι συνδυάζονται με λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες της δραστηριότητας του εγκεφάλου, δίνοντας έτσι στους επιστήμονες τη δυνατότητα να
αντιληφθούν ακόμη καλύτερα το πώς αντιδρά ο εγκέφαλος όταν το στομάχι δέχεται τροφή.

Μια πρωτοποριακή έρευνα του Πανεπιστημίου του Wageningen στην Ολλανδία μας αποκαλύπτει για πρώτη φορά και μάλιστα σε πραγματικό χρόνο τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλό μας και στο στομάχι μας όταν τρώμε – ιδιαίτερα το πώς καταγράφεται το αίσθημα κορεσμού στον εγκέφαλό μας κατά τη διάρκεια ενός γεύματος. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής δημοσιεύτηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο της Ένωσης για τη Μελέτη της Πέψης που πραγματοποιήθηκε στο Πόρτο της Πορτογαλίας.

 Οι ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα από 12 συμμετέχοντες κατά τη διάρκεια των δύο ξεχωριστών περιόδων της έρευνας, στις οποίες υιοθετήθηκαν διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης τροφής. Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν τους ερευνητές σε ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα: διέκριναν πως μια μικρή αλλαγή, όπως η κατανάλωση περισσότερου νερού κατά τη διάρκεια του γεύματος μπορεί να αλλάξει τα μηνύματα που αποστέλλει το στομάχι στον εγκέφαλο, όπως και τον τρόπο με τον οποίο τα ερμηνεύει ο εγκέφαλος, π. χ. ως κορεσμό.

 Αυτή η νέα ερευνητική προσέγγιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των αισθημάτων κορεσμού, καθώς και του όγκου του στομαχιού και της αντίστοιχης δραστηριότητας του εγκεφάλου.

 Στο συγκεκριμένο πείραμα, οι συμμετέχοντες κατανάλωναν ένα μιλκ – σέικ με άδειο στομάχι, το οποίο ακολουθούταν από ένα μικρό (50 mL) ή ένα μεγάλο ποτήρι νερό (350 mL). Οι εικόνες της μαγνητικής τομογραφίας χρησιμοποιήθηκαν για να αποκαλυφτεί πως οι διάφορες ποσότητες νερού επηρέαζαν την έκταση των τοιχωμάτων του στομαχιού: το μεγάλο ποτήρι νερού διπλασίασε το περιεχόμενο του στομαχιού σε σχέση με το μικρό ποτήρι του νερού. Όταν οι συμμετέχοντες έπιναν το μεγάλο ποτήρι νερό, ανέφεραν πως ένιωθαν ευκολότερα κορεσμό καθώς και πώς πεινούσαν πολύ λιγότερο.

Η νέα αυτή προσέγγιση – ο συνδυασμός πληροφοριών που λαμβάνονται ταυτόχρονα μέσω μαγνητικού τομογράφου τόσο από το στομάχι όσο και από τον εγκέφαλο, ενώ ο συμμετέχων περιγράφει το εκάστοτε αίσθημα κορεσμού που νιώθει – μας παρέχει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε λειτουργίες του σώματος που ως τώρα παρέμεναν αφανείς· όπως για παράδειγμα, η ενεργοποίηση μιας περιοχής του εγκεφάλου, που είναι γνωστή ως μέση κροταφιαία έλικα, μοιάζει να επηρεάζεται κατά κάποιο τρόπο από την αυξημένη ποσότητα του νερού κατά τη διάρκεια του πειράματος.

 Οι ερευνητές του Πανεπιστήμιου του Wageningen ανέπτυξαν τη συνδυαστική αυτή τεχνική Μαγνητικών τομογραφιών ως μέρος του ερευνητικού προγράμματος “Nudge-it”, το οποίο έχει σχεδιαστεί για την ενίσχυση της μελέτης μικρών αλλαγών που ενισχύουν την υγεία του οργανισμού. Θα το χρησιμοποιήσουν για να αναζητήσουν μια εγκεφαλική «υπογραφή» που θα βοηθά τον άνθρωπο να σταματήσει να τρώει περισσότερη τροφή από όση του κάνει καλό, καθώς και για να καθορίσουν πως πρακτικές όπως η κατανάλωση νερού κατά τη διάρκεια του γεύματος μπορεί να βοηθήσει να χορταίνουμε γρηγορότερα.

 Ο συνδυασμός αυτών των μετρήσεων δεν είναι καθόλου εύκολος, καθώς οι μαγνητικοί τομογράφοι συνήθως σχεδιάζονται για να πραγματοποιούν μόνο έναν τύπο απεικονίσεων. Οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Wageningen κατόρθωσαν μετά από σκληρές προσπάθειες να μεταφέρουν το μαγνητικό τομογράφο από τον ένα τρόπο λειτουργίας στον άλλο για να πραγματοποιήσουν τη συγκεκριμένη μελέτη. Αυτό που έχουν τελικά διαπιστώσει, περάν πάσης αμφιβολίας, είναι πως η κατανάλωση νερού κατά τη διάρκεια του γεύματος αυξάνει τον όγκο του περιεχομένου εντός του στομαχιού, μειώνει βραχυπρόθεσμα την όρεξη, αυξάνει το αίσθημα κορεσμού, όπως επίσης και τη δραστηριότητα του εγκεφάλου. 

Προφανώς υπάρχουν πολλά ακόμη που δεν γνωρίζουμε για τη λειτουργία του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια των γευμάτων μας, ένα όμως είναι σίγουρο και επιστημονικά τεκμηριωμένο: η κατανάλωση έστω και ενός ποτηριού με νερό κατά τη διάρκεια των γευμάτων μας θα μας βοηθήσει να περιορίσουμε κάπως την ποσότητα φαγητού που καταναλώνουμε και ίσως να διατηρήσουμε ή να επαναφέρουμε το βάρος μας στα φυσιολογικά του επίπεδα.